Αλλεργίες στη κύηση

Το 20 – 30% των γυναικών παρουσιάζουν κάποιο αλλεργικό νόσημα κατά την κύηση με κύρια αυτό της ρινίτιδας και του άσθματος που τις περισσότερες φορές συνυπάρχουν. Ο προληπτικός έλεγχος και η χορήγηση σωστών κατευθύνσεων και οδηγιών πριν την εγκυμοσύνη θα μπορούσε να λύσει πολλές απορίες και να λειτουργήσει προληπτικά για πολλές καταστάσεις. Ωστόσο, κάτι τέτοιο δεν είναι εύκολο λόγω και της φύσης των αλλεργικών συμπτωμάτων που επέρχονται σε ανύποπτο χρόνο, αυτόματα και περιοδικά σε επαφή με αλλεργιογόνα και ειδικές συνθήκες. Προκύπτουν λοιπόν πολλά ερωτήματα σχετικά με τη διαγνωστική και θεραπευτική προσέγγιση της αλλεργικής νόσου όταν μία εγκυμοσύνη είναι σε εξέλιξη, αλλά ακόμα και κατά την περίοδο της γαλουχίας.

Είναι φυσιολογικό κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης γυναίκες με άσθμα και αλλεργίες να αισθάνονται άβολα με τη λήψη φαρμάκων. Ωστόσο, είναι πολύ σημαντικό κατά την περίοδο αυτή τα συμπτώματα να είναι υπό έλεγχο. Αφού ενημερωθεί για την εγκυμοσύνη, η αλλεργική μητέρα μπορεί να συμβουλευτεί τον ειδικό που θα επανεξετάσει το ιστορικό και θα προτείνει το θεραπευτικό πλάνο, γεγονός που θα προσφέρει αίσθημα ασφάλειας. Στο μεταξύ, ερωτήματα που μπορεί να προκύψουν μπορούν να απαντηθούν έγκαιρα και αποτελεσματικά.

Το οξυγόνο είναι απαραίτητο να παρέχεται συνεχόμενα για την καλή ανάπτυξη του εμβρύου. Έτσι, ο καλός έλεγχος του άσθματος είναι σημαντικός προκειμένου το έμβρυο να λαμβάνει επαρκή και συνεχή ποσότητα οξυγόνου μέσα από τον πλακούντα και το αίμα της μητέρας. Η κρίση άσθματος ενέχει περισσότερους κινδύνους από το να αποφύγει η έγκυος τα κατάλληλα φάρμακα. Πέρα όμως από αυτό πολλές μελέτες έρχονται να δείξουν ότι τα περισσότερα από αυτά (εισπνεόμενα φάρμακα) είναι ασφαλή κατά την περίοδο αυτή. Η αγωγή σε μορφή χαπιών χρειάζεται πιο εξειδικευμένες οδηγίες και η δοσολογία μπορεί να χρειαστεί τροποποίηση. Κανείς δεν ξέρει πώς μπορεί να εξελιχθεί το άσθμα κατά την κύηση, αλλά υπάρχει μια τάση να επιδεινώνεται στο τέλος του 2ου μέχρι και την αρχή του τρίτου. Όσο αφορά πιο εξειδικευμένες θεραπείες, όπως η ανοσοθεραπεία, η σύσταση είναι να αποφεύγεται η έναρξή της μέσα στην κύηση. Όταν, όμως, η γυναίκα ήταν πριν την κύηση σε δόση συντήρησης υπό ανοσοθεραπεία έχει τη δυνατότητα να συνεχίσει και ο αλλεργιολόγος μπορεί ακόμα να επαναπροσδιορίσει τη δόση για μεγαλύτερη ασφάλεια, ενώ πρέπει να αποφεύγεται η αύξηση της δόσης. Όσο αφορά παράγοντες που επιδεινώνουν ή και προκαλούν το άσθμα πρέπει πάντα να αποφεύγονται.

Ο θηλασμός είναι ο καλύτερος αρχικά τρόπος για την ωρίμανση και ενδυνάμωση του ανοσοποιητικού στο βρέφος και ενδείκνυται τουλάχιστον για τους πρώτους 6 μήνες. Στο ερώτημα αν μπορεί η θηλάζουσα να παίρνει τα φάρμακα του άσθματος η απάντηση είναι ότι το έμβρυο παίρνει μεγαλύτερες ποσότητες φαρμάκου (ελάχιστες) όταν είναι στη μήτρα από αυτές που παίρνει μέσω του θηλασμού. Με βάση τα όσα προαναφέρθηκαν αυτό δε σημαίνει ότι η έγκυος πρέπει να υπομείνει το άσθμα τους μήνες τις κύησης και να αρχίσει τη θεραπεία στο θηλασμό! Και πάλι με τη βοήθεια του αλλεργιολόγου μπορεί να βρει την κατάλληλη θεραπεία κατά την περίοδο αυτή.

Το άσθμα και η ρινίτιδα είναι τα συχνότερα αλλεργικά νοσήματα που συναντώνται στην εγκυμοσύνη αλλά και άλλα αλλεργικά νοσήματα μπορεί να προϋπάρχουν ή και να αναπτυχθούν κατά την ίδια περίοδο (κνίδωση, αγγειοοίδημα, ατοπική δερματίτιδα κ.α.). Τα ερωτήματα που προκύπτουν είναι κάθε φορά τα ίδια και οι απαντήσεις έχουν μία κοινή συνισταμένη : επιδίωξη είναι το καλύτερο επίπεδο υγείας μητέρας-παιδιού (ελαχιστοποίηση συμπτωμάτων) με τον πιο ασφαλή τρόπο (ελάχιστη δόση φαρμάκου). Αν και τα παραπάνω αποτελούν κάποιες γενικές οδηγίες, η κάθε εγκυμονούσα αποτελεί μια ξεχωριστή περίπτωση. Οπότε, είναι καλό να υπάρχει επαφή με τον αλλεργιολόγο σε περίπτωση που χρειαστούν αλλαγές του θεραπευτικού πλάνου. Ταυτόχρονα, πάντα πρέπει να υπάρχει συζήτηση με το γυναικολόγο για πιθανούς προβληματισμούς γύρω από την κύηση προκειμένου να διασφαλίζεται μια καλή έκβαση για μητέρα και παιδί. Συμπερασματικά :

  • Κάθε γυναίκα με άσθμα και αλλεργίες μπορεί να έχει μια υγιή κύηση.
  • Ο καλός έλεγχος των συμπτωμάτων είναι πολύ σημαντικός την περίοδο αυτή.
  • Δεν πρέπει να σταματήσει η εγκυμονούσα να παίρνει τα φάρμακα της εφόσον είναι απαραίτητα.
  • Ο ειδικός μπορεί να δώσει τις κατάλληλες οδηγίες και να επαναπροσδιορίσει το θεραπευτικό πλάνο σε οποιαδήποτε φάση μετά από συζήτηση με την ασθενή